Έρχονται στη Λάρισα οι τοιχογραφίες του Παντόλφη μετά από επικοινωνία Χαρακόπουλου – Μενδώνη

«Οι υπηρεσίες του ΥΠΠΟΑ έχουν ήδη εκκινήσει την διαδικασία για τη μεταφορά τους στα εργαστήρια του Διαχρονικού Μουσείου Λάρισας. Κατόπιν της ολοκλήρωσης της συντήρησής τους θα γίνει η παράδοσή τους στον Δήμο Λάρισας […] προκειμένου να αποδοθούν στο κοινό τα έργα του λαϊκού ζωγράφου Μιχάλη Παντόλφη, μαρτυρίες μίας εποχής της πόλης της Λάρισας». Την ευχάριστη είδηση δίνει στον βουλευτή Λαρίσης της Νέας Δημοκρατίας κ. Μάξιμο Χαρακόπουλο, η υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού κ. Λίνα Μενδώνη, στην έγγραφη απάντησή της σε συνέχεια της τηλεδιάσκεψης που είχαν στις 29.12.2020.

Ο Θεσσαλός πολιτικός σε δήλωσή του εκφράζει «ιδιαίτερη ικανοποίηση και ευχαριστίες για τα άμεσα αντανακλαστικά της υπουργού Πολιτισμού για την μεταφορά εντός των επόμενων ημερών των τοιχογραφιών του “Θεόφιλου της Λάρισας”. Η πολιτική έχει νόημα όταν αποτυπώνεται σε πράξεις με απτό αποτέλεσμα. Ο επαναπατρισμός των τοιχογραφιών Παντόλφη κάνει πιο πλούσια τη Λάρισα στον τομέα του λαϊκού πολιτισμού. Η σκυτάλη πια περνά στον Δήμο και στον αρμόδιο αντιδήμαρχο Πολιτισμού Πάνο Σάπκα, με τον οποίο ήδη είχαμε επικοινωνία. Δεν θα φτάναμε, όμως, εδώ αν ο “ληξίαρχος της πόλης” Νίκος Παπαθεοδώρου, δεν υπενθύμιζε την “ιστορική εκκρεμότητα” που ανάγεται στο μακρινό 1978. Θα είμαι δίπλα στον Δήμο και τους ανθρώπους του πολιτισμού για όλα αυτά που δικαιούμαστε για την ποιοτική αναβάθμιση της ζωής στον τόπο μας».

Υπενθυμίζεται ότι ο Μάξιμος Χαρακόπουλος στην ερώτησή του παραθέτοντας στοιχεία που έχει δημοσιεύσει ο ιστοριοδίφης κ. Νίκος Παπαθεοδώρου σε δύο σχετικά του άρθρα (εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ, Ιχνηλατώντας την παλιά Λάρισα 19.08.2015 και Μία εικόνα, χίλιες λέξεις… 10.09.2020) είχε ζητήσει την επιστροφή στη Λάρισα από τον Βόλο, όπου μεταφέρθηκαν προ ετών για συντήρηση, των αποτοιχισμένων, από τα παλιά ψαράδικα της πόλης, τοιχογραφιών του λαϊκού ζωγράφου Μιχάλη Παντόλφη.

Στην απάντησή της η υπουργός Πολιτισμού σημειώνει ότι «το 1978 αποτοιχίστηκαν με δαπάνη του Υπουργείου Πολιτισμού (τότε Υπουργείο Πολιτισμού και Επιστημών) από τη Δημοτική Αγορά Λάρισας οκτώ (8) τοιχογραφίες του λαϊκού ζωγράφου Παντόλφη, οι οποίες χαρακτηρίστηκαν ως έργα τέχνης που χρειάζονται ειδική κρατική προστασία με την Υ.Α. ΥΠΠΟ/ΔΙΛΑΠ/Γ/2640/7164/04.02.1980 (ΦΕΚ 275/Β/20.03.1980), ‘‘γιατί αποτελούν αξιόλογα δείγματα της λαϊκής ζωγραφικής στις αρχές του 20ού αιώνα και είναι οι μοναδικές σωζόμενες τοιχογραφίες του λαϊκού αυτού καλλιτέχνη’’.

Ο Δήμος Λάρισας στις 14.09.1990 εξέφρασε αδυναμία συντήρησης των τοιχογραφιών και πρότεινε να αναλάβει το έργο αυτό η Υπηρεσία Νεώτερων Μνημείων και Τεχνικών Έργων Θεσσαλίας και Κεντρικής Στερεάς Ελλάδας. Εν συνεχεία, εγκρίθηκε η μεταφορά των τοιχογραφιών η μεταφορά τους και η συντήρησή τους στο εργαστήριο της ανωτέρω Υπηρεσίας (αρ. ΥΠΠΟ/ΔΙΛΑΠ/Β/3723/4129/18.01.1991 έγγραφο).

Προκειμένου να ολοκληρωθεί η συντήρηση των εν λόγω έργων έδωσα οδηγία και οι υπηρεσίες του ΥΠΠΟΑ έχουν ήδη εκκινήσει την διαδικασία για τη μεταφορά τους στα εργαστήρια του Διαχρονικού Μουσείου Λάρισας. Κατόπιν της ολοκλήρωσης της συντήρησής τους θα γίνει η παράδοσή τους στον Δήμο Λάρισας, σύμφωνα με το άρθρο 26 του Ν. 3028/20021. Επιπλέον, το ΥΠΠΟΑ θα συνδράμει τον Δήμο στο έργο της έκθεσής τους, σε χώρο αρμοδιότητας του, προκειμένου να αποδοθούν στο κοινό τα έργα του λαϊκού ζωγράφου Μιχάλη Παντόλφη, μαρτυρίες μίας εποχής της πόλης της Λάρισας».

Ποιος ήταν ο Μιχάλης Παντόλφης

Ο Μιχάλης Παντόλφης γεννήθηκε το 1886, όταν η οικογένεια του βρισκόταν στην περιοχή της Σμύρνης. Αυτό τουλάχιστον πιστοποιούσε η ταυτότητά του που είδε ο ερευνητής του Ποσειδώνας Μιχάλογλου. Μεγαλώνοντας σε τέτοιο περιβάλλον ο Παντόλφης, ήταν επόμενο να ακολουθήσει το οικογενειακό επάγγελμα και να παρακολουθεί τις μετακινήσεις των μελών της. Ενώ κάποτε βρισκόταν στη Χαλκίδα νυμφεύθηκε μια κοπέλα από την περιοχή αυτή και μαζί της απέκτησε δύο τέκνα. Όμως το 1922 χώρισε, έφυγε από τη Χαλκίδα και εγκαταστάθηκε στη Λάρισα μόνιμα. Εδώ εξάσκησε αρχικά την τέχνη του πλανόδιου φωτογράφου, με τις μεγάλες μηχανές της εποχής που στηρίζονταν σε τρίποδα. Νυμφεύθηκε εκ νέου με μια Λαρισαία και με τη νέα σύζυγό του απέκτησε άλλα δύο τέκνα. Τις βραδινές ώρες βοηθούσε διάφορους καραγκιοζοπαίχτες της Λάρισας (Γιάνναρος και λοιπούς) στις παραστάσεις που έδιναν στα θερινά θέατρα του Φρουρίου, ζωγράφιζε τις φιγούρες από τους διάφορους ήρωες του Θεάτρου Σκιών και επειδή ήταν και καλλίφωνος τραγουδούσε κατά τη διάρκεια της παραστάσεως.

Από το 1935 άρχισε να ζωγραφίζει τους τοίχους γυρνώντας από σπίτι σε σπίτι και από μαγαζί σε μαγαζί με μηδαμινές απολαβές, που συνήθως ήταν ορισμένες πενταροδεκάρες για τα χρώματα και μερικά κατοσταράκια τσίπουρου με μεζέ. Μεταπολεμικά η εικαστική παρουσία του ήταν μειωμένη και δεν έχουν εντοπισθεί έργα του. Όλοι τον θυμούνται να τριγυρνάει στα παλιά ταβερνεία της πόλεως μόνος, χωρίς συντροφιά και φίλους και έπινε, έπινε ασταμάτητα. Πέθανε το χειμώνα του 1968. Σε μια μικρή έρευνα που έγινε δεν μπορέσαμε να εντοπίσουμε κάτι για την οικογένειά του.

Οι ζωγραφικές του συνθέσεις δείχνουν λαϊκό καλλιτέχνη με έμπειρο χρωστήρα, σπουδαία συνθετική ικανότητα, πολύ ωραίο σχέδιο και πλούσια χρωματική απόδοση, ενώ οι στάσεις του θυμίζουν πολύ τις λαϊκές φιγούρες του Θεάτρου Σκιών. Είχε την ικανότητα να προσαρμόζει τις απεικονίσεις του ανάλογα με το είδος του μαγαζιού που ζωγράφιζε: στα ψαράδικα επικρατούσαν θέματα θαλασσινά, στα κρεοπωλεία θέματα ποιμενικά, στα καροποιεία απεικόνιζε λαϊκά μοτίβα στα παραπέτα των κάρων, κ.ο.κ. Απέφευγε να χρησιμοποιεί έτοιμα χρώματα και αναζητούσε φυσικά υλικά για να τα κατασκευάσει, όπως έκαναν όλοι σχεδόν οι λαϊκοί ζωγράφοι της εποχής και ιδίως ο ομότεχνός του Θεόφιλος Χατζημιχαήλ στο Πήλιο.

Τον Ιούλιο του 1978, με τη μεσολάβηση του ζεύγους Γιώργου και Λένας Γουργιώτη και του ζωγράφου Ποσειδώνα Μιχάλογλου, έγινε από ειδικό συνεργείο η αποτοίχιση εκείνων των έργων του Παντόλφη που διατηρούνταν σε ικανοποιητική κατάσταση. Αυτά αποθηκεύθηκαν προσωρινά στα γραφεία της Λαογραφικής Εταιρείας Λαρίσης, το σημερινό Λαογραφικό και Ιστορικό Μουσείο, τα οποία στεγάζονταν τότε στο υπόγειο του Δημαρχιακού καταστήματος. Αργότερα, με την μεταστέγαση του Μουσείου σε ιδιωτικό χώρο στην οδό Μανδηλαρά, οι τοιχογραφίες παρέμειναν στο Δημαρχείο. Εκεί δυστυχώς έμειναν ξεχασμένες για καιρό, ενώ ο χρόνος δεν υπήρξε ποτέ σύμμαχος με τη διάσωσή τους. Επί δημαρχίας Καφφέ άνθρωποι του υπουργείου Πολιτισμού φρόντισαν για τη μεταφορά τους στον Βόλο, όπου εδρεύει η Εφορεία Νεωτέρων Μνημείων Θεσσαλίας.

Μοιράσου το άρθρο